Το Μυστήριο της Ιεράς Εξομολόγησης - Ο Θεοδόσιος ο Μέγας - Νεοτητα Ι.Μ Φωκιδος

ΝΕΑ

14 Δεκεμβρίου 2019

Το Μυστήριο της Ιεράς Εξομολόγησης - Ο Θεοδόσιος ο Μέγας


2. Στόχοι Μέσου και  Ανωτέρου - Προσέγγιση - Εισαγωγή
Χαίρετε αγαπητά μας παιδιά! 
Χωρίς άλλη εισαγωγή διαβάζουμε ή λέμε από μνήμης παραστασικά την παρακάτω αληθινή ιστορία...
Κύρια αφήγηση ή διήγηση

Ο Θεοδόσιος αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου (347-393) ὀνομάστηκε ἀπό τήν  ̔Ιστορία Μέγας. Καί ἦταν πραγματικά ἕνας δυναμικός ἡγέτης. Πλήν ὅμως ἦταν καί εὐερέθιστος καί ὀξύθυμος καί σκληρός.  ̔́Οταν μάθαινε γιά κάποια παρεκτροπή, τιμωροῦσε ἀλύπητα. 
Αὐτό ἔγινε κάποτε καί μ’ ἕνα γεγονός ὀχλοκρατικῆς ἀναστατώσεως στή Θεσσαλονίκη. 

Ηταν οἱ ἱπποδρομίες τότε, ὅπως σήμερα οἱ ἀγῶνες ποδοσφαίρου. Φανατιζόταν ὁ ὄχλος καί «πάθαινε» μέ αὐτές. Σ’ ἕναν τέτοιο ἀγώνα ἕνας ἡνίοχος - φαβορί τιμωρήθηκε μέ ἀποκλει-σμό, ἐπειδή εἶχε ἐπιδείξει ἀνάρμοστο σέ ἀθλητή ἦθος. Ναί, ἀλλά ἦταν «φαβορί» καί ὁ λαός ‒οἱ ὀπαδοί του‒ τόν ἤθελαν.  ̔Ο στρατηγός Βουθέριχος δέν ὑποχωροῦσε σ ̓ ἐκείνη τήν παράλογη ἀπαίτηση τῆς μάζας.  ̔Ο ὄχλος ἐπέμενε. Καί τελικά, σέ κατάσταση ὑστερικῆς ὀργῆς καί μανίας, χύμηξε στόν Βουθέριχο καί τόν λίντσαρε. Κι αὐτόν καί πολλούς ἀξιωμα-τικούς του. Κι ὕστερα γυρνοῦσαν ἔξαλλοι στούς δρόμους σέρνοντας κανιβαλικά τά πτώματα τῶν ἀξιωματικῶν. 

Οταν ἔμαθε τά γεγονότα αὐτά ὁ Θεοδόσιος (ὁ ὁποῖος τότε βρισκόταν στήν  ̓Ιταλία), ἔγινε ἔξω φρενῶν: 
‒Αὐτό ἀποτελεῖ ὕβρη ἐναντίον τῆς αὐτοκρατορίας. Εἶναι καθαρή ἐπανάσταση καί πρέπει νά παταχθεῖ. 
‒Δέν ὑπάρχουν συγκεκριμένοι ἔνοχοι, Αὔγουστε, ‒τοῦ ἀποκρίθηκαν οἱ σύμβουλοί του‒ ὄχλος ἀπρόσωπος ἔκανε τό κακό. 
‒Μή φοβάστε κι ἔχω τόν τρόπο μου.  ̓́Αλλωστε οἱ Θεσσαλονικεῖς ἀνέκαθεν φέρονται μέ ἀγερωχία καί ἔπαρση. Πρωτευουσιάνοι, βλέπεις... Θά πάρουν ὅμως καλό μάθημα ἀπό μένα. 
‒Τί σκέπτεσθε νά κάνετε, Αὔγουστε; ‒Αὐτό εἶναι μυστικό μου. Πρός τό παρόν εἰδοποιῆστε νά ἀθωωθεῖ ὁ τιμωρημένος ἡνίοχος καί σ ̓ ἕνα μήνα νά γίνουν καινούργιοι ἀγῶνες. Νά συμμετάσχουν, παρακαλῶ, καί ὅλοι οἱ φημισμένοι ἡνίοχοι ἀπό Ρώμη, Κωνσταντινούπολη καί ὅπου ἀλλοῦ. 
Οἱ Θεσσαλονικεῖς ἐνθουσιάστηκαν. ‒Αὐτός εἶναι Αὐτοκράτορας, εἶπαν. Μᾶς καταλαβαίνει. Μᾶς ἀπέδωσε τό δίκιο μας ἐπιτέλους. 
Κι ἔτρεξαν νά πιάσουν θέσεις στίς κερκίδες.  ̓͂Ηταν θέαμα, ὄχι ἀστεῖα.  ̔Υπέρ-θέαμα... Ξεχείλισε ὁ  ̔Ιππόδρομος ἀπό κόσμο. Νά, τώρα θά βγοῦν τά ἄλογα καί θά ἀρχίσουν οἱ ἀγῶνες. 

Ομως... Τί ἦταν αὐτό; Ἀντί γιά ἄλογα βλέπουν νά πλημμυρίζει ὁ στίβος ἀπό στρατό. Κι ὕστερα δυνατές φωνές ἀξιωματικῶν πού διέταζαν «ἐπίθεση» καί ὥσπου νά καταλάβουν τί συμβαίνει, μακελλειό... Οἱ στρατιῶτες μέ γυμνά ξίφη ὅρμησαν στίς κερκίδες κι ἔσφαζαν, τρυποῦσαν, ἔκοβαν κεφάλια στήν ἀράδα.  ̔́Οποιον ἔβλεπαν μπροστά τους. Κραυγές πανικοῦ ὑψώθηκαν, οἱ μάζες κινήθηκαν ἀλαφιασμένες πρός τήν ἔξοδο, ἄλλοι τσαλαπατήθηκαν... 7.000 νεκροί! 

Θρῆνος καί κλαυθμός στή Θεσσαλονίκη. Φόβος καί τρόμος σέ ὁλόκληρη τήν Αὐτοκρατορία. Πάγωσαν ὅλοι καί συμμαζεύτηκαν στά σπίτια, στίς δουλειές, στούς νόμους...  ̔Ο Αὐτοκράτορας δέν ἀστειευόταν... 
Ὡστόσο ἕνας  ̓Επίσκοπος εἶδε τά γεγονότα μέ ἄλλο μάτι.  ̓͂Ηταν ὁ  ̓Επίσκοπος Ἀμβρόσιος τῆς πόλεως τῶν Μεδιολάνων (Μιλάνου), ὅπου βρίσκονταν οἱ Αὐτοκρατορικές κατοικίες. Αὐτός εἶδε τό θέμα ἀπό τήν ἠθική πλευρά του καί γι ̓ αὐτό θεώρησε καθῆκον του νά στείλει ἐπιστολή στόν αὐτοκράτορα Θεοδόσιο. 
‒«Αὔγουστε Θεοδόσιε ‒τοῦ ἔγραφε‒ αὐτό πού κάνατε ἦταν ἔγκλημα, ἤ μᾶλλον, δολοφονία ἀνθρώπων.  ̔Η  ̓Εκκλησία τό στηλιτεύει μέ ἀποτροπιασμό. Κι ἐπειδή συμβαίνει νά εἶστε μέλος τῆς  ̓Εκκλησίας, ἔχω τό θάρρος καί τήν ἁρμοδιότητα νά σᾶς πληροφορήσω ὅτι διαπράξατε μεγάλη ἁμαρτία. Πρέπει νά ἐπανορθώσετε.  ̓Αμβρόσιος» 
Τό διάβασε ὁ Αὐτοκράτορας μέσα στά ἄλλα ὑπηρεσιακά ἔγγραφα καί χαμογέλασε ψυχρά. ‒Πέστε στόν  ̓Επίσκοπο, εἶπε, νά μήν ἀνακατεύεται στή διοίκηση τοῦ Κράτους. Ξέρω τή δουλειά μου. 

Μετά ἀπό λίγο καιρό ἔφθασε τό Πάσχα.  ̔Ο Θεοδόσιος ξεκίνησε νά πάει στήν ἐκκλησία, νά γιορτάσει σάν χριστιανός Αὐτοκράτορας, νά μεταλάβει... 

Στή Μητρόπολη τοῦ Μιλάνου λειτουργοῦσε ἐκείνη τήν πανηγυρική μέρα ὁ  ̓Αμβρόσιος. Καί μαθαίνει ὅτι ἔρχεται ὅπου νά  ̓ναι ὁ Αὐτοκράτορας. Δέν διστάζει οὔτε στιγμή. Βγαίνει στά προπύλαια στήν εἴσοδο τοῦ  ̔Ιεροῦ Ναοῦ. Τήν ἴδια ὥρα ὁ Αὐτοκράτορας ἀνέβαινε μέ ἐπισημότητα τά σκαλοπάτια περιτριγυρισμένος ἀπό τούς ὑπασπιστές καί τήν ἀκολουθία του. Στό πλατύσκαλο βρίσκεται ἀκριβῶς ἀπέναντι στόν  ̓Αμβρόσιο. Χαμογελᾶ. 

‒Ἔτη πολλά, Σεβασμιώτατε... ‒Ποῦ πᾶτε Αὔγουστε; τόν ρωτᾶ παγερά ἐκεῖνος. ‒Μά ποῦ ἀλλοῦ; Στήν  ̓Εκκλησία. Νά λειτουργηθῶ. ‒Δέν γνωρίζετε ὅτι ἡ Θ. Λειτουργία κι ἀκόμη περισσότερο ἡ Θεία Κοινωνία εἶναι μόνο γιά τούς χριστιανούς; 

‒Ἔ, κι ἐγώ τί εἶμαι; ‒Εγκληματίας,- Αὔγουστε, φώναξε αὐστηρά ὁ Ἀμβρόσιος. Καί σᾶς τό ἔγραψα ἀπό τήν πρώτη στιγμή. 
‒Πῶς τό λέτε αὐτό; ‒Δέν τό λέω ἐγώ. Τό φωνάζει ὅλος ὁ κόσμος. Τό λένε τά γεγονότα. Τό ἐπιβεβαιώνει ὁ ἴδιος ὁ Θεός καί ἡ συνείδησή σας. 
‒Δέν εὐθύνεται ὁ Αὐτοκράτορας, πετάχθηκε κάποιος τῆς συνοδείας.  ̓́Αλλοι διέπραξαν τόν φόνο. ‒ ̔Ο Αὐτοκράτορας τόν διέταξε. 
‒Μά τόν προκάλεσαν οἱ Θεσσαλονικεῖς. ‒ ̔Υπῆρχαν κι ἄλλοι τρόποι λογικότεροι γιά νά ἐπιβάλει τήν τάξη. ‒Σταματῆστε! Μίλησε σταθερά ὁ Θεοδόσιος. Ὁ  ̓Επίσκοπος ἔχει δίκιο. Δέν ἦταν χριστιανικό αὐτό πού ἔγινε. 

‒Ἀσφαλῶς. Κι ἤθελα νά νά σκεφθεῖτε, Αὔγουστε, πόσες ψυχές σήμερα πενθοῦν, πόσοι ἄνθρωποι προσεύχονται (εἰς βάρος σας) στόν Θεό ζητώντας τό δίκιο τους, πόσες συνειδήσεις ἐπίσης θά ἀναστατωθοῦν (θά σκανδαλισθοῦν), ἐάν ἐσεῖς μπεῖτε σήμερα στήν ἐκκλησία καί σάν νά μή συνέβη τίποτα κοινωνήσετε. Σᾶς ἐρωτῶ: Πῶς θά στέκεστε μέσα στόν ἱερό χῶρο τοῦ Ναοῦ καί δέν θά τρέμουν τά πόδια σας; Πῶς θά σηκώσετε τό βλέμμα ν᾽ ἀντικρύσετε τόν Κύριο, τήν Παναγία, τούς Ἁγίους, τούς Χριστιανούς γύρω σας; Πῶς θά τολμήσετε νά βάλετε στό στόμα σας, πού προχθές ξεστόμισε τήν ἐγκληματική διαταγή, τόν ἐπουράνιο ἄνθρακα, τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό; Σᾶς ἐρωτῶ, πιστεύετε ἤ ὄχι; 

‒Πιστεύω, μίλησε ξέψυχα ὁ Θεοδόσιος. ‒Δέν φοβάστε λοιπόν τόν Θεό; Δέν τρέμετε μπροστά στή θεία Κοινωνία; ‒Ἤμαρτον, ψέλλισε μέ κατακόκκινο πρόσωπο ὁ Θεοδόσιος. ‒

Αν τό ἀναγνωρίζετε πραγματικά, σᾶς παρακαλῶ πολύ, γυρίστε στό παλάτι. Σκεφθεῖτε πάλι τά ζητήματα. Ζητῆστε πνευματικό. Μετανοῆστε καί ἐξομολογηθεῖτε.  ̓́Εχετε καλή διάθεση. Μήν ἀπελπίζεσθε.  ̔Ο Θεός εἶναι Μεγάλος, εἶναι Πανάγαθος.  ̓́Αν μιμηθήκατε τόν Δαβίδ στήν πτώση, μοιάστε του καί στήν ἀνόρθωση. Πηγαίνετε.  ̔Ο Θεός νά σᾶς φωτίσει. 
Γύρισε πίσω μέ σκυμμένο κεφάλι ὁ Θεοδόσιος. Αὐτός ὁ ἀγέρωχος καί δυναμικός Αὐτοκράτορας ὑπάκουσε σάν μικρό παιδί. Δύο δάκρυα κυλοῦσαν ἀργά ἀπ ̓ τά μάτια του. Ἀμίλητος μπῆκε στήν ἅμαξα. Ἀμίλητος κλείστηκε στό δωμάτιό του. Ζήτησε ἀμέσως πνευματικό.  ̓Εξομολογήθηκε.  ̔Ομολόγησε τό ἁμάρτημά του καί ζήτησε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. 
‒Βαρύ τό σφάλμα σου, τοῦ εἶπε ἐκεῖνος. Χρειάζεται κάποιο διάστημα πένθους καί μετανοίας καί συντριβῆς. Εἶναι βαθιά πληγή, πού δέν ἐπουλώνεται ἀμέσως. Γιατρεύεται ἀπ’ τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Δέν πεθαίνεις ψυχικά, ὅμως θέλει χρόνο γιά νά ἐπουλωθεῖ, γιά νά συνέλθεις. Θέλει ἐπίσης καί κάποια ἐπανόρθωση. 
‒Μακάρι, ἀλλά πῶς; ‒Θά τό σκεφθοῦμε. Θά σέ ξαναδῶ πάλι. ‒Ὅ,τι μοῦ πεῖτε, πάτερ...  ̔́Ημαρτον.  ̓́Ας γίνει ἵλεως ὁ Θεός γιά μένα.  ̔́Ο,τι πρέπει νά ὑποστῶ, εὐχαρίστως... Κι ἔμεινε ὁ Αὐτοκράτορας ὀκτώ μῆνες κλεισμένος στό δωμάτιό του. Σ ̓ αὐτό τό διάστημα κοίταζε μόνο τίς ἀπαραίτητες ἐργασίες, τίς ὑποθέσεις τοῦ Κράτους καί τίποτε ἄλλο. Δέν φόρεσε τήν αὐτοκρατορική ἁλουργίδα, δέν φάνηκε σέ δεξιώσεις, σέ γιορτές καί παρελάσεις. Οὔτε σέ ἁπλό περίπατο. Πενθοῦσε. 
‒Πολύ τούς λογαριάζετε τούς παπάδες ‒τοῦ εἶπε μία μέρα τάχα νά τόν παρηγορήσει ἕνας στενός συνεργάτης του, ὁ Ρουφῖνος.  ̓Εγώ ἄν ἤμουν στή θέση σας, ἁπλούστατα θά ἐξόριζα τόν Ἀμβρόσιο. Αὐτοκράτορας εἶστε. Σεῖς κυβερνᾶτε. 
‒Κυβερνᾶ ὁ Θεός, Ρουφῖνε, ἀπάντησε σεμνά ὁ Θεοδόσιος. Αὐτός εἶναι πάνω ἀπ’ ὅλους. Κι Αὐτόν λογαριάζω, πού Τόν ἐπίκρανα καί τόν ἐξόργισα. Μέχρι πού πέρασαν οἱ 8 μῆνες. Πλησίαζαν πιά τά Χριστούγεννα (τοῦ 390).  ̓͂Ηρθε πάλι ὁ πνευματικός. ‒Αὔγουστε, ἡ μετάνοιά σας ἀποδείχθηκε γνήσια καί ἀληθινή. Τό πένθος, τά δάκρυα, ἡ νηστεία, ἡ ταπείνωση καί συντριβή σας ἔδειξαν ὅτι μπορεῖτε πιά νά ἐπανενταχθεῖτε στό σῶμα τῶν πιστῶν καί νά μεταλάβετε πάλι τῶν  ̓Αχράντων Μυστηρίων. 
‒Σᾶς εὐχαριστῶ. ‒Βέβαια εἶναι καί ἡ ἐπανόρθωση στή μέση.... ‒Θά κάνω ὅ,τι μοῦ πεῖτε. ‒Ὁ ἐπίσκοπός μας ἔκρινε, ἄν συμφωνεῖτε, νά θεσπίσετε νόμο πού θά δεσμεύει τούς πάντες στήν Αὐτοκρατορία νά μήν πραγματοποιοῦν «ἐν θερμῷ» καμιά θανατική ποινή. Μετά ἀπό κανονική διαδικασία καί τεκμηριωμένη ἀπόφαση, νά περνᾶ ἕνας τουλάχιστον χρόνος γιά τήν ἐκτέλεση κάθε τυχόν θανατικῆς καταδίκης. 
‒Πολύ σωστό. Θά ὑπογράψω ἀμέσως σχετικό διάταγμα. ‒Καί νά ἑτοιμασθεῖτε γιά τά Χριστούγεννα...  ̓Ανήμερα τῶν Χριστουγέννων ὁ  ̓Αμβρόσιος βρισκόταν πάλι στά προπύλαια τῆς Μητροπόλεως.  ̓́Οχι πιά γιά νά ἐμποδίσει τόν Θεοδόσιο, πού ἔφθασε, ἀλλά γιά νά τόν ὑποδεχθεῖ ἐξιλεωμένο καί καθαρό. 
Σέ λίγο ὁ Θεοδόσιος ἔπεφτε στά πόδια τοῦ  ̓Επισκόπου, ἐνῶ ἐκεῖνος τόν ἀγκάλιαζε καί ἀνορθώνοντάς τον τόν εἰσήγαγε μέ ἐπισημότητα στήν ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ.  ̔Ο κόσμος γύρω σκιρτοῦσε ἀπό χαρά. Τά πρόσωπα ἔλαμπαν. Οἱ καρδιές γοργο-κτυποῦσαν συγκινημένες, βαθιά διδαγμένες. Οἱ ψάλτες ἔψαλαν μέ λαμπρή φωνή. Μιά ψυχή τίμια καί εἰλικρινής εἶχε βρεῖ τό δρόμο τῆς σωτηρίας. Εἶχε διαβεῖ τή στενή θύρα τῆς μετανοίας καί τώρα νά! πανηγύριζε ὁλόχαρη στό βασίλειο τοῦ ἀπείρου ἐλέους καί τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. 

3. Ερωτήσεις για μάθημα, παιχνίδι και αφορμές για συζήτηση 
1. Ἐντυπωσιακό τό γεγονός καί μέ πολλές καί σπουδαῖες πτυχές. Καί πρῶτα - πρῶτα: Τί μήνυμα δίνει σχετικά μέ τή Θεία Κοινωνία; Ποιά μεγάλη ἀλήθεια ὑπογραμμίζει; (...) 
Τόσο ὁ ἐκκλησιασμός ὅσο ‒ἀκόμη περισσότερο‒ ἡ συμμετοχή στήν Θεία Κοινωνία εἶναι κάτι ὑπέρτατα λαμπρό καί τιμητικό γιά τόν ἄνθρωπο, εἰδικό προνόμιο τῶν Χριστιανῶν, ἀλλά καί ἀφάνταστα ἱερό, φοβερό καί συγκλονιστικό!  ̔Ο μικρός ἄνθρωπος, ὁ ἁμαρτωλός καί τιποτένιος, ἐγγίζει τόν  ̓́Απειρο καί Πανάγιο Θεό. Δέν ἐπιτρέπεται λοιπόν προχειρότητα καί ἐπιπολαιότητα. 

Ετσι λοιπόν κι ἐμεῖς καθώς ἑτοιμαζόμαστε νά γιορτάσουμε τά Χριστούγεννα, ἔχουμε καθῆκον νά ἐξομολογηθοῦμε, νά πάρουμε τήν ἔγκριση καί τήν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ γιά νά μεταλάβουμε.  ̓́Οχι νά πλησιάσουμε ἀπερίσκεπτα κι ἐπιπόλαια, τάχα «γιά τό καλό τοῦ χρόνου», ψυχρά, τυπικά.  ̓́Ετσι ἀντί νά ὠφεληθοῦμε, θά ζημιώσουμε τήν ψυχή, θά γίνουμε ἀκόμη περισσότερο ἀναίσθητοι... 

2. Καί πῶς πρέπει νά πᾶμε στήν  ̓Εξομολόγηση; (... ) Ταπεινά, κατανυκτικά, μέ εὐλάβεια, μέ προετοιμασία κατάλληλη καί λύπη γιά τά σφάλματά μας. Εἴδατε τόν Θεοδόσιο; Πῶς ἀντέδρασε; Αὐτός ὁ ὁρμητικός καί βίαιος χαρακτήρας, αὐτός πού ἦταν αὐτοκράτορας καί διέταζε τούς πάντες, αὐτός πού προσβλή-θηκε στό κάτω - κάτω δημόσια καί ντροπιάστηκε μπροστά σέ τόσο κόσμο, τί ἔκανε;.... Ἀναγνώρισε τό σφάλμα του, κατέβασε τό κεφάλι, δέχθηκε τό ἐπιτίμιο, ἔκλαψε, πόνεσε, ζήτησε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ.  ̓Οκτώ ὁλόκληρους μῆνες πενθοῦσε... 

3. Τί κέρδισε ὁ Θεοδόσιος; Τί κερδίζει δηλαδή κανείς ἀπ ̓ τήν  ̓Εξομολόγηση; (...) Τήν ἄφεση, τήν εἰρήνη, τή χαρά. Πόσο μεγάλη εἶναι ἡ στοργή τοῦ Θεοῦ!  ̔́Οταν δεῖ πραγματική μετάνοια, συγχωρεῖ, σβήνει τό ἁμαρτωλό παρελθόν καί κάνει τόν ἄνθρωπο καινούργιο, φωτεινό, εὐλογημένο. Τόν δέχεται στό σπίτι Του, στή Βασιλεία Του, στή Θεία Κοινωνία.  ̔́Ο,τι κακό κι ἄν ἔχει διαπραχθεῖ, σβήνει. Τί θαῦμα! Τί εὐλογία!... 

4. Κι ὅμως κάποιοι δυσκολεύονται· ἐμποδίζονται. Τί νομίζετε ὅτι τούς ἐμποδίζει; (...)  ̔Υπολογίζουν τό φόβο πού θά αἰσθανθοῦν στήν ἀρχή. Μερικοί ἴσως δέν θέλουν καί νά σταματήσουν κάποιες ἁμαρτίες.  ̓́Αλλοι ντρέπονται νά ὁμολογήσουν τά σφάλματά τους. Κι εἶναι αὐτό παγίδα τοῦ διαβόλου ὁ ὁποῖος γιά τό λόγο αὐτό ὀνομάζεται ἀπό τούς ἁγίους Πατέρες «μυρμηκολέων» (=πρίν διαπράξουμε τήν ἁμαρτία μᾶς τήν παρουσιάζει πολύ μικρή καί ἀσήμαντη, σάν μυρμήγκι, κι ὅταν εἶναι νά τήν ἐξομολογηθοῦμε μεγάλη καί φοβερή σάν λιοντάρι!). Εἶναι ἀπαραίτητη ὅμως ἡ ὁμολογία τῶν ἁμαρτιῶν μας γιά νά φύγει ἀπό μέσα μας τό πύον τῆς ἁμαρτίας καί νά λάβουμε τή συγχώρηση, τήν εἰρήνη καί τήν ξεκούραση τῆς ψυχῆς, τήν ἐλευθερία καί τήν εὐτυχία μας. Κατόπιν μέ ἁπλότητα καί χαρά θά προσμένουμε καί θά ἑτοιμαζόμαστε γιά τή Θεία Κοινωνία. 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: 
Πόσο σπουδαία εἶναι ἡ μετάνοια καί ἡ ἐξομολόγηση! «Λουτρό τῆς ψυχῆς» τήν ὀνομάζουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Πάρτε ἕνα φτυάρι μέ ἀναμμένα κάρβουνα καί ρίξτε τα μέσ’ στή θάλασσα. Τί λέτε; Ποιός θά νικήσει; Ἡ θάλασσα ἤ τά κάρβουνα;... Ἀναμμένα κάρβουνα τ’ ἁμαρτήματά μας. Πολλά καί καυτά. Θάλασσα ὅμως, πλατιά καί μεγάλη, εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πού μεταφράζεται σέ ἔλεος καί συγχώρηση. Ἄν πάρουμε τά ἀναμμένα κάρβουνα, τ’ ἁμαρτήματά μας, καί τά ρίξουμε στή θάλασσα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ τήν ὥρα τῆς ἐξομολογήσεως, τότε ὅλα σβήνουν. Ὅλα ἐξαφανίζονται. 

Pages