Οι πρωτόπλαστοι Αδἀμ και Εύα χάνουν τον Παράδεισο - Νεοτητα Ι.Μ Φωκιδος

ΝΕΑ

28 Σεπτεμβρίου 2019

Οι πρωτόπλαστοι Αδἀμ και Εύα χάνουν τον Παράδεισο


Προσέγγιση - Εισαγωγή

Χαίρετε αγαπητά μας παιδιά! Πώς ήταν η εβδομάδα που πέρασε στο σχολείο, κουραστήκατε; (...) Τι;;;; Από τώρα;;; Μάλιστα... Δεν πιστεύω να κουράζεστε και στο δικό μας σχολείο;;; (...) Έτσι μπράβο!

Θα μου θυμίσετε ποιος δημιούργησε τον κόσμο; ...Σωστά, ο Θεός (ή Δημιουργός, Πλάστης, Ποιητής των πάντων...). Υπάρχουν άλλοι θεοί; ...Όχι, βέβαια! Ο Θεός είναι Ένας και μοναδικός! Σε πόσες μέρες δημιούργησε τον κόσμο; (Έξι.) Και ποια μέρα έπλασε τον άνθρωπο; Την έκτη, ήταν το τελευταίο και σημαντικότερο δημιούργημα. 


Κύρια αφήγηση ή διήγηση. Το πρωτότυπο από Π.Δ. (Γεν. 2,4-3,24)

ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΑΠΟΔΟΣΗ - ΣΧΟΛΙΑ από Π.Δ. (Γεν. 2,4-3,24)
Όπως διαβάζουμε στο πρώτο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης, τη Γένεση, ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο, τον Αδάμ, με χώμα από τη γη και φύσηξε στο πρόσωπό του θεϊκή πνοή, την αθάνατη ψυχή (Γεν. 2,7). Άρα όλοι οι άνθρωποι αποτελούμαστε από σώμα και ψυχή. Δεν είναι ο άνθρωπος μόνο σώμα για να έχει ανάγκη μόνο τροφής, παιχνιδιού, ύπνου, ξεκούρασης κ.λπ. Έχει ανάγκη να τραφεί και η ψυχή του.

Έπειτα ο Θεός τοποθέτησε τον άνθρωπο στον κήπο της Εδέμ, τον Παράδεισο, για να εργάζεται και να τον φυλάει (Γεν. 2,15). Εδώ βλέπουμε ότι ο Θεός θέλει ο άνθρωπος να εργάζεται, δεν ευλογεί την τεμπελιά! Επίσης ότι είναι καθήκον όλων μας να φροντίζουμε και να προστατεύουμε τη φύση, όχι να βάζουμε φωτιές και να καίμε τα δάση κ.λπ.

Ο Θεός οδήγησε μπροστά στον Αδάμ όλα τα ζώα για να τους δώσει όνομα. Κι ο Αδάμ έδωσε ονόματα σε όλα τα ζώα, κανένα όμως δεν ήταν όμοιο με αυτόν (Γεν. 2,19-20). Ο άνθρωπος, λοιπόν, είναι βοηθός και συνεργάτης του Θεού μέσα στον Παράδεισο, αλλά ταυτόχρονα εφόσον ονοματίζει τα ζώα και είναι κυρίαρχος αυτών, τα οποία και φροντίζει και δεν βασανίζει π.χ. τις γάτες, ή τα άλλα ζωάκια προκειμένου να διασκεδάσει και να γελά με τον πόνο τους. Επίσης δεν είναι σωστό οι ένθρωποι να πηγαίνουν για κυνήγι και να σκοτώνουν έτσι για το χόμπυ τους τα ζώα. Μόνο εάν είναι για τροφή επιτρέπεται να σκοτώσουμε ζωντανά.

Κατόπιν, ο Θεός, για να μη νιώθει μόνος ο Αδάμ, ο Θεός τον κοίμισε και από το πλευρό του έφτιαξε τη γυναίκα. Όταν ξύπνησε και την είδε είπε: «Αυτή είναι σάρκα από τη σάρκα μου και οστό από τα οστά μου» (δηλαδή είμαστε ένα). Ήταν αγαπημένοι και δεν ντρέπονταν ο ένας τον άλλον γιατί ήταν αγνοί και απονήρευτοι (Γεν. 2,21-25). 

Από όλα τα δέντρα του Παραδείσου μπορούσαν να τρέφονται, εκτός από το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού. Αν έτρωγαν από αυτό ο Θεός τούς προειδοποίησε ότι θα γίνουν θνητοί και θα χωριστούν από Αυτόν (Γεν. 2,16-17). Εδώ ο Θεός, σαν καλός Πατέρας, συμβουλεύει τους Πρωτόπλαστους τι πρέπει να κάνουν για να μείνουν για πάντα αθάνατοι στον Παράδεισο. Τους αφήνει ελεύθερους να επιλέξουν ανάμεσα στην αθανασία και στον θάνατο. Πρόκειται για το «αυτεξούσιο» του ανθρώπου, τη δυνατότητα που έχουμε όλοι οι άνθρωποι να επιλέγουμε κάθε φορά την πορεία που θα ακολουθήσει η ζωή μας. Τι λέτε πώς επέλεξαν οι πρωτόπλαστοι την αθανασία ή τον θάνατο; 

Το φίδι έπεισε την Εύα, κι αυτή με τη σειρά της τον Αδάμ, ότι αν φάνε από το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού θα γίνουν όμοιοι με τον Θεό, αφού θα γνωρίζουν το καλό και το κακό (Γεν. 3,5). Έτσι κι έγινε! Αδάμ και Εύα δοκιμάζουν τον απαγορευμένο καρπό και αμέσως καταλαβαίνουν ότι είναι γυμνοί και καλύπτουν τη γύμνια τους με φύλλα (Γεν. 3,7). 

Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση» με σκοπό να πετύχει τη θέωση, να ζήσει αιώνια μέσα στον Παράδεισο. 

Ο εγωιστής άνθρωπος όμως παρακούει την εντολή του Δημιουργού (μια εντολή νηστείας) και προσπαθεί να γίνει από μόνος του «Θεός». 
Αμαρτάνει (αστοχεί, αποτυγχάνει) και χάνει τον Παράδεισο. Και σαν να μην έφτανε αυτό, γίνεται θνητός...

Αντί να ζητήσουν συγνώμη ή , έστω, να αναλάβουν την ευθύνη της πράξης τους, ο Αδάμ κατηγορεί την Εύα (και έμμεσα τον Θεό που την δημιούργησε) και η Εύα κατηγορεί το φίδι (Γεν. 3,12-13).

Και έδιωξε ο Θεός τον άνθρωπο από τον Παράδεισο της χαράς για να εργάζεται με κόπο στη γη, από το χώμα της οποίας είχε πλασθεί το σώμα του. Και ο Θεός διέταξε Χερουβίμ με φλεγόμενη ρομφαία να φυλάνε την οδό, η οποία οδηγούσε προς τον Παράδεισο και το δέντρο της ζωής (Γεν. 3,23-24).

Αυτή ήταν παιδιά μας καλά η μικρή ιστορία της παρακοής του Αδάμ και της Εύας που είναι οι κοινοί γονείς όλων μας. Από εδώ προκύπτει και το ότι όλοι οι άνθρωποι είμαστε αδέλφια.
Για να δούμε τώρα τι συγκρατήσατε από αυτά που είπαμε:

Σας κοινοποιούμε σχετικό βίντεο που είναι ολοκληρωμένο και πολύ ωραίο

Pages